ΘΕΟΛΟΓΟΙ ΤΟΥ ΜΑΥΡΟΠΙΝΑΚΑ


ΓΙΑΤΙ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΔΙΑΛΟΓΟΣ



Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2011

ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΜΑΡΚΟΥ ΔΙΑΚΟΝΟΥ «Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ» ΩΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΗΓΗ


(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ" 821/2008)

Νικόλαος Παύλου


ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΜΑΡΚΟΥ ΔΙΑΚΟΝΟΥ «Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ» ΩΣ  ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΗΓΗ


Βιβλιογραφία

Α. Πηγή

H. Grégoire and M.-A. Kugener(ed.) Vita Porphyrii episcopi Gazensis,( Marc le Diacre, Vie de Porphyre, évêque de Gaza). Les Belles Lettres, Paris 1930 σ. 1-79.
Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας, Βίος Αγίου Πορφυρίου Επισκόπου Γάζης, Εισαγωγή- Μετάφραση-Σχόλια, Θεσσαλονίκη 2003

Β. Βοηθήματα
Bitton-Ashkelony Brouria-Kofsky Anyeh (eds.), Christian Gaza in Late Antiquity, Leiden 2004
Brown Peter,  κόσμος τῆς ὕστερης ἀρχαιότητας 150-750 μ.Χ. μετάφραση Ἑλένη Σταμπόγλη, Ἀθήνα 1998
Brown Peter, Ἡ κοινωνία καὶ τὸ Ἅγιο στὴν ὕστερη Ἀρχαιότητα, μετ. Ἇλ. Παπαθανασοπούλου, Ἀθήνα 2000
Brown Peter, Ἡ δημιουργία τῆς Ὕστερης Ἀρχαιότητας, μετ. Θεοδόσης Νικολαΐδης, Ἀθήνα 2001
Cameron Averil, Ἡ ὕστερη ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία μετ. Ἰωάννα Κράλλη, Ἀθήνα 2000
Croix G.E.M. d. St.  Ὁ χριστιανισμὸς καὶ ἡ Ρώμη, μετ. Ἰωάννα Κράλλη, Ἀθήνα. 2005
Κυρτάτας Δημήτρης Ι., Κατακτώντας τὴν Ἀρχαιότητα, Ἀθήνα 2002
Κυρτάτας Δημήτρης Ι.,  Πόλεμος καὶ θρησκεία. Ἀπὸ τὸν Ἡρόδοτο στὸν Γίββωνα, Δελτίο Βιβλικῶν Μελετῶν 21-22/2002-2003. Τιμητικὸ ἀφιέρωμα στὸν καθηγητὴ Σάββα Ἀγουρίδη, σ. 395-408
Mango Cyril, Βυζάντιο. Ἡ αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης, μετ. Δήμ. Τσουγκαράκης, Ἀθήνα 1988
Mango Cyril (ἔπ.), Πανεπιστήμιο τῆς Ὀξφόρδης, Ἱστορία τοῦ Βυζαντίου, μετ. Ὄλγα Καραγιώργου, Ἀθήνα 2006
Πασσάκου Δήμ. “ Μετὰ τῶν ἐθνῶν συνήσθιεν” (Γάλ. 2,12). Ὁ συμβολισμὸς τῆς τροφῆς στὴν ἰουδαϊκὴ καὶ στὴν πρωτοχριστιανικὴ παράδοση. Ἡ συνδρομὴ τῆς πολιτιστικῆς ἀνθρωπολογίας. Στὸ Εἰσηγήσεις Ἡ΄Συνάξεως Βιβλικῶν Θεολόγων,  Ἡ πρὸς Γαλάτας ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, Θεσσαλονίκη 1997, σ. 285-305


Εἰσαγωγὴ
Ὁ βίος τοῦ ἁγίου Πορφύριου

Ὁ βίος τοῦ ἁγίου Πορφύριου πρέπει νὰ γράφτηκε τὸ ἀργότερο μέχρι τὸ 430[1]. Σὲ αὐτὸν περιγράφονται οἱ περιπέτειες τοῦ ἁγίου Πορφύριου ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἀποφασίζει νὰ ἀκολουθήσει τὸ μοναχικὸ βίο μέχρι τὸ θάνατό του. Ἀποτελεῖ ἕνα ἁγιολογικὸ κείμενο τῆς Ὕστερης Ἀρχαιότητας, τὸ ὁποῖο προσπαθεῖ νὰ ἀναδείξει ἕναν «φίλο του Θεοῦ», ποὺ φανερώνει τὴν ἀξία του μὲ τὴν προσήλωση στὴν πίστη του καὶ τὰ θαύματα ποὺ ἐπιτελεῖ, ἔχοντας ὡς μέσον τὴ δύναμη τῆς ἐπικοινωνίας μὲ τὸ Θεῖο[2].
 Ἡ περιγραφὴ τοῦ Μάρκου Διακόνου[3], ποὺ θεωρεῖται ὁ συγγραφέας τοῦ ἁγιολογικοῦ κειμένου, εἶναι γρήγορη, συνεχής, καὶ προκαλεῖ τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ ἀναγνώστη, ὥστε νὰ παρακολουθήσει ὁλόκληρο τὸ ἔργο. Ὁ Μάρκος δὲν παραλείπει νὰ τονίσει ὅτι καὶ ὁ ἴδιος ἦταν παρὼν σὲ πολλὰ ἀπὸ τὰ γεγονότα ποὺ ἀφηγεῖται. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο παρέχει στὸν ἑαυτὸ τοῦ τὴν βαρύτητα τοῦ ἄμεσου μάρτυρα, ποὺ θέλει νὰ πείσει γιὰ τὴν ἀκρίβεια τῆς ἀφήγησής του.

Ἡ ἀφήγηση ξεκινάει μὲ ἀναφορὰ στὴ Γάζα, ποὺ ἦταν πόλη τῆς Παλαιστίνης, στὰ σύνορά της Αἰγύπτου. Εἶναι πολυάνθρωπη, καὶ συγκαταλέγεται μεταξὺ τῶν γνωστῶν κέντρων τῆς αὐτοκρατορίας. Σὲ αὐτὴ γίνεται ἐπίσκοπος ὁ Πορφύριος, τοῦ ὁποίου ἡ καταγωγὴ ἦταν ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη.
Ἀρχικὰ θέλει νὰ γίνει μοναχός. Ἔρχεται  μὲ πλοῖο στὴν Αἴγυπτο καὶ μένει στὴ Σκήτη γιὰ πέντε χρόνια. Φεύγει κατόπιν, καί, ἀφοῦ περνάει ἀπὸ τοὺς Ἅγιους Τόπους, ἀναχωρεῖ γιὰ τὸν ποταμὸ Ἰορδάνη. Στὸ μεταξὺ ἀρρωσταίνει ἀπὸ τὸ συκώτι του, ἐνῶ ἐπισκεπτόμενος τὴν Ἱερουσαλὴμ γνωρίζει τὸ Μάρκο Διάκονο ποὺ θὰ γράψει τὴ βιογραφία του. Τοῦ ἀναθέτει μάλιστα νὰ μεταβεῖ στὴ Θεσσαλονίκη καὶ νὰ φροντίσει γιὰ τὰ κληρονομικά του ζητήματα.
Ὁ Μάρκος μετὰ τὴν ἐπιστροφή του ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη διαπιστώνει πὼς ὁ Πορφύριος ἔχει θεραπευτεῖ. Στὴ συνέχεια αὐτὸς μοιράζει τὰ χρήματα ποὺ τοῦ εἶχε φέρει ὁ Μάρκος, καὶ δουλεύει ὡς βυρσοδέψης-ὑποδηματοποιός. Χειροτονεῖται κατόπιν πρεσβύτερος σὲ ἡλικία σαράντα πέντε ἐτῶν ἀπὸ τὸν ἀρχιερέα Πραΰλιο ποὺ τοῦ ἀναθέτει καὶ τὴ φύλαξη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.
Ἐνῶ συμβαίνουν αὐτὰ γίνεται γνωστὸ πὼς οἱ κάτοικοι τῆς Γάζας ζητοῦν ἐπίσκοπο. Μὲ προτροπὴ λοιπὸν τοῦ ἀρχιερέα τῆς Καισάρειας Ἰωάννη καλεῖται ὁ Πορφύριος, ποὺ χειροτονεῖται καὶ ἐγκαθίσταται στὴ Γάζα.
Στὴ συνέχεια τῆς βιογραφίας ἀναφέρεται πὼς γλυτώνει τὴν πόλη τῆς Γάζας ἀπὸ τὴν ἀνομβρία, γεγονὸς ποὺ ὁδηγεῖ εἰδωλολάτρες στὸ χριστιανισμό. Ταυτόχρονα, σε ἕνα φαινόμενο συνηθισμένο γιὰ τὴν ἐποχή, επιθέσεις εἰδωλολατρῶν εναντίον χριστιανῶν, βρίσκεται και ο συνεργάτης τοῦ Πορφύριου Βαρωχᾶς. Πάντως οἱ πρῶτοι φαίνεται νὰ εἶχαν μεγάλη δύναμη στὴν περιοχὴ, καὶ γι’ αὐτὸ ὁ Πορφύριος στέλνει τὸ Μάρκο στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ ζητήσει τὴ μεσολάβηση τοῦ Ἰωάννη τοῦ Χρυσόστομου, ὥστε νὰ καταστραφοῦν οἱ ναοί τους. Πράγματι ἔτσι γίνεται, καὶ κλείνουν ὅλοι οἱ μὴ χριστιανικοὶ ναοὶ τῆς πόλης πλὴν τοῦ σπουδαιότερου, τοῦ Μαρνείου.
Τὸ κύρος τοῦ Πορφύριου ἀνεβαίνει ὅταν βοηθάει τὴν Αἰλιάδα νὰ ξεπεράσει τὴ δυστοκία της, πράγμα ποὺ ὁδηγεῖ αὐτὴ καὶ τοὺς οἰκείους της στὸ χριστιανισμό. Ἐντούτοις οἱ εἰδωλολάτρες συνεχίζουν νὰ ἔχουν μεγάλη ἐπιρροὴ στὴ Γάζα, γεγονὸς ποὺ ὁδηγεῖ τὸν ἴδιο τὸν ἐπίσκοπο στὴν Κωνσταντινούπολη μαζὶ μὲ τὸν Ἰωάννη Καισαρείας καὶ τὸ Μάρκο. Ἐκεῖ, μὲ τὴ μεσολάβηση τοῦ Χρυσοστόμου, γνωρίζουν τὸν εὐνοῦχο Ἀμάντιο, ἀξιωματοῦχο τῆς αὐτοκράτειρας Εὐδοξίας.
Ἂν καὶ ἡ αὐτοκράτειρα συμφωνεῖ μὲ τὸ αἴτημα τῆς καταστροφῆς τῶν εἰδωλολατρικῶν ναῶν, ὁ σύζυγός της Ἀρκάδιος(405-408)  δὲν τὸ δέχεται. Ἐντούτοις ἡ πρόρρηση τοῦ Πορφύριου γιὰ γέννηση διαδόχου καὶ οἱ εὐχὲς ποὺ δίνει κατόπιν στὸ παιδί, ὁδηγοῦν στὴ συγκατάθεση τοῦ αὐτοκράτορα κατὰ τὴ διάρκεια τῆς βάπτισης.
Οἱ ἐπίσκοποι, ἀφοῦ ἔχουν ἱκανοποιηθεῖ, ἐπιστρέφουν στὴν Παλαιστίνη. Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ πείθουν τὸν πλοίαρχο τοῦ καραβιοῦ τους νὰ ἀλλάξει τὴν ἀρειανικὴ του πίστη. Ὁ Πορφύριος, φτάνοντας στὴν Γάζα, καταστρέφει ἕνα ἄγαλμα τῆς Ἀφροδίτης, ἐνῶ ὁ ἀξιωματοῦχος τοῦ βασιλιὰ Κυνήγιος χαλάει εἰδωλολατρικοὺς ναοὺς (ποὺ εἶχαν παραμείνει ὄρθιοι ἀπὸ τὴν προηγούμενη κατεδάφιση) καὶ τὸ Μαρνεῖο, τὸ σημαντικότερο ἱερὸ τῆς πόλης, μετὰ ἀπὸ τὴν προφητεία ἐνὸς παιδιοῦ καθὼς καὶ ἀγάλματα καὶ βιβλία. Εἰδωλολάτρες τότε γίνονται χριστιανοὶ.
Στὴ θέση τοῦ εἰδωλολατρικοῦ ναοῦ χτίζεται ἕνας χριστιανικός. Κατὰ τὴν τελετὴ θεμελίωσής του βγάζουν τρία μικρὰ παιδιὰ ἀπὸ ἕνα πηγάδι, στὸ ὁποῖο εἶχαν πέσει. Ὁ Μάρκος, σχολιάζοντας, τονίζει πὼς ἡ συμβολὴ τῆς αὐτοκράτειρας Εὐδοξίας στὴν οἰκοδόμησή του ἦταν σημαντική.
Στὴ συνέχεια τῆς βιογραφίας τοῦ Ἁγίου Πορφύριου περιγράφεται ἡ τιμωρία τῆς Ἰουλίας, ποὺ μᾶλλον ἦταν ὀπαδὸς τοῦ Μανιχαϊσμοῦ.
Ὁλοκληρώνεται ἡ ἐκκλησία ποὺ ὀνομάστηκε μάλιστα Εὐδοξιανὴ πρὸς τιμὴν τῆς αὐτοκράτειρας ποὺ εἶχε βοηθήσει τὸν Πορφύριο, καὶ σκιαγραφεῖται ἡ μέριμνά του γιὰ τοὺς ἀδύνατους.
Οἱ ἀντιπαλότητες ὅμως στὴν Τύρο μεταξὺ τῶν θρησκευτικῶν ὁμάδων ἦταν συνεχεῖς. Περιγράφεται μία ἐξέγερση τοῦ εἰδωλολατρικοῦ πληθυσμοῦ τῆς πόλης ἀπὸ τὴν ὁποία κινδύνευσε καὶ ὁ Πορφύριος ποὺ προσπάθησε νὰ διαφύγει . Σὲ μία ταράτσα γνωρίζει ἕνα κορίτσι, τὴ Σαλαφθά,  ποὺ τὸν κρύβει στὸ σπίτι της .
Ἡ στάση καταπνίγεται ἀπὸ τὸν ὑπατικὸ τῆς πόλης Κλάρο. Ἡ Σαλαφθὰ κατόπιν βαπτίζεται καὶ γίνεται μοναχή.
Ἡ ἀφήγηση τελειώνει μὲ τὸ θάνατο τοῦ Πορφύριου. Πέθανε στὶς 2 τοῦ μηνὸς Δύστρου τοῦ 480 (χρονολογία Γάζας, ἀντιστοιχεῖ μὲ τὴν 26 Φεβρουαρίου 420)[4].

***

Ὁπωσδήποτε  ὁ βίος τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου, ὅπως ἄλλωστε καὶ τὰ ὑπόλοιπα ἁγιολογικὰ κείμενα, δὲν ἀποτελεῖ ἱστορικὸ ἔργο. Ἐντούτοις, εἶναι γνωστὸ ὅτι οἱ βίοι τῶν ἁγίων βοηθοῦν σημαντικά, ὡς πρωτογενὲς ὑλικό, στὴν κατανόηση τρόπων ζωῆς ἢ νοοτροπιών[5], ἂν ληφθεῖ ὑπόψη ὅτι οἱ συγγραφεῖς τους, στὴν προσπάθεια νὰ ἀποδώσουν τὰ κατορθώματα τοῦ πρωταγωνιστῆ τους, δίνουν «ἄθελά τους» σημαντικὲς πληροφορίες γιὰ τὸ περιβάλλον στὸ ὁποῖο αὐτὸς δρᾶ ἢ γιὰ τὸ δικό τους. Θεωροῦνται λοιπὸν ἀξιόλογο ὑλικὸ γιὰ τὸ σύγχρονο ἱστορικὸ ἀφοῦ σὲ αὐτοὺς ὑπάρχουν στοιχεῖα γιὰ τὴν κατάσταση τῆς κοινωνίας, τῆς οἰκονομία κοκ[6]. Μὲ αὐτὴ τὴν ἔννοια λοιπὸν ὁ βίος τοῦ Ἁγίου Πορφύριου μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ μία ἐνδιαφέρουσα πηγὴ γιὰ τὸν ἐρευνητὴ ποὺ θὰ ἤθελε νὰ γνωρίσει κάποιες λεπτομέρειες τοῦ τέλους τοῦ 4ου αι. καὶ τῶν ἀρχῶν τοῦ 5ου.




Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Πορφύριου ὡς ἱστορικὴ πηγὴ

1. Ὁ ἀστικὸς χῶρος

Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Πορφύριου ἀποτελεῖ στὴν πραγματικότητα μία ἱστορία ποὺ διαδραματίζεται σὲ τρεῖς ἀστικοὺς χώρους τοῦ τέλους τοῦ 4ου αι. καὶ τῶν ἀρχῶν τοῦ 5ου: Αὐτοὶ εἶναι ἡ Γάζα[7], ἡ Ἱερουσαλὴμ καὶ τὸ Βυζάντιο, ὅπως ὀνομάζεται στὸ κείμενο τοῦ Μάρκου τοῦ Διακόνου ἡ Κωνσταντινούπολη. Σὲ ἀντίθεση μὲ ἄλλους «φίλους του Θεοῦ» ποὺ δίνουν τὴν ἴδια ἐποχὴ τὸν ἀγώνα τους σὲ ἔρημους τόπους ὁ Πορφύριος κινεῖται μέσα σὲ πόλεις[8], καὶ φαίνεται νὰ γνωρίζει πολὺ καλὰ τὸν τρόπο ζωῆς σὲ αὐτές.
Ἡ Γάζα λοιπόν, σύμφωνα μὲ τὸ κείμενο, ἦταν πόλη τῆς Παλαιστίνης, πολυάνθρωπη, γνωστή, στὴν ὁποία κατοικοῦσαν πολλοὶ εἰδωλολάτρες[9]. Ἡ εἴσοδος σὲ αὐτὴ γίνονταν ἀπὸ τὴν περιοχὴ Τετράμφοδον (σταυρόδρομι) στὴν ὁποία ὑπῆρχε ἄγαλμα τῆς Ἀφροδίτης. Αὐτὸ τιμώνταν ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς πόλης, καὶ εἰδικὰ τὶς γυναῖκες ποὺ ἄναβαν λυχνάρια καὶ τὸ θυμιάτιζαν μὲ λιβάνι[10].
Μέσα στὴν πόλη, στὶς ἀρχὲς τοῦ 5ου αι. ὑπῆρχαν ἀρκετοὶ ναοί. Αὐτοὶ ἦταν ἀφιερωμένοι στὸν Ἥλιο, τὴν Ἀφροδίτη, τὸν Ἀπόλλωνα, τὴν Περσεφόνη, τὴν Ἑκάτη. Ὑπῆρχε ἐπίσης τὸ Ἠρωεῖο καὶ ναὸς ἀφιερωμένος στὴν Τύχη τῆς πόλης. Ὁ σημαντικότερος ὅλων ὅμως ἦταν τὸ Μαρνεῖον ποὺ εἶχε κτιστεῖ πρὸς τιμὴν τοῦ Κρητογενῆ Δία[11]. Μέχρι τὴν ἐποχὴ τοῦ Πορφύριου ὁ μόνος χριστιανικὸς ναὸς τῆς περιοχῆς ἦταν ἀφιερωμένος στὴν Ἁγία Εἰρήνη τοῦ Θεού[12]. Ὁ ἴδιος φρόντισε νὰ κτιστεῖ ἐκκλησία ποὺ τὴν ὀνόμασε Εὐδοξιανὴ πρὸς τιμὴν τῆς προστάτιδάς του, τῆς αὐτοκράτειρας Εὐδοξίας[13].
Αὐτὸ τὸ γεγονὸς φανερώνει ὅτι λίγοι κάτοικοι τῆς Τύρου ἦταν χριστιανοὶ στὶς ἀρχὲς τοῦ 5ου αι.  Ἐπίσης φαίνεται ὅτι ἀρκετοὶ ἀπὸ αὐτοὺς δεν εἶχαν σπουδαία κοινωνικὴ προέλευση. Αὐτὸ συνάγεται ἀπὸ τὸν ὑπαινιγμὸ ποὺ γίνεται γιὰ τὴν οἰκονομικὴ κατάσταση τῆς κοινότητας[14] καὶ ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι στοὺς χριστιανοὺς τῆς πόλης πρὶν τὴν ἔλευση τοῦ Ἁγίου Πορφύριου, συγκαταλέγονταν καὶ μία δούλη, ἡ τροφὸς τῆς πλούσιας Αἰλιάδος[15].

Ἡ Ἱερουσαλὴμ εἶναι ἡ πόλη στὴν ὁποία ξεκινάει οὐσιαστικὰ τὴ δράση τοῦ ὁ Πορφύριος. Τὸ ἐνδιαφέρον τῶν χριστιανῶν γι’ αὐτὴ εἶχε ἀρχίσει ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου (306-337), ὅταν εἶχαν δημιουργηθεῖ σὲ αὐτὴ τὰ μεγάλα χριστιανικὰ προσκυνήματα[16]. Ἦταν λοιπὸν τόπος προσκυνήματος, στὸν ὁποῖο οἱ πιστοὶ παρέμεναν ἀρκετὸ καιρό, καὶ γι’ αὐτὸ ἔβρισκαν μία δουλειὰ γιὰ νὰ μποροῦν ἂν ἐξασφαλίσουν τὰ ἀπαραίτητα[17], ἐνῶ πολλοὶ ζοῦσαν καὶ ἀπὸ τὴν ἐλεημοσύνη[18]. Ἤδη σημαντικὰ προσκυνήματα θεωροῦνταν ὁ Ναὸς τῆς Ἀναστάσεως, ἡ Ἀναβαθμὸς τοῦ Μαρτυρίου[19], τὸ Ἅγιο Κρανίο[20],  καὶ ‘ο Τίμιος Σταυρός[21].

***

Οἱ πόλεις φαίνεται πὼς συνέβαλλαν σημαντικὰ στὰ δημόσια ἔσοδα, ἐξαιτίας τῶν φόρων ποὺ εἰσπράττονταν ἀπὸ αὐτές. Αὐτὸ ἄλλωστε στὸ κείμενο τοῦ βίου τοῦ Ἁγίου Πορφύριου δείχνει νὰ εἶναι ὁμολογία τοῦ ἴδιου του αὐτοκράτορα Ἀρκάδιου(405-408) [22]. Ἐντούτοις εὔκολα στέλνονταν ἐναντίον τῶν κατοίκων τους στρατιωτικὲς δυνάμεις γιὰ νὰ ἐπιβάλλουν τὴν πολιτικὴ τοῦ ἡγεμόνα. Ὅσοι μποροῦσαν τότε προσπαθοῦσαν νὰ διαφύγουν, καὶ αὐτὸ ἀφοροῦσε κυρίως τοὺς πλούσιους ποὺ εἶχαν τὰ μέσα. Τότε τὰ ὄργανα τῆς τάξης ἐπιτάσσανε τὰ σπίτια τους, ποὺ παραδίνονταν μᾶλλον σὲ αὐτοὺς ποὺ συμφωνοῦσαν μὲ τὴν πολιτικὴ τῆς ἐξουσίας[23] .
Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς διενέξεις μὲ τὰ ὄργανα τῆς αὐτοκρατορίας καὶ οἱ ἐπιθέσεις τῶν  εἰδωλολατρῶν ἦταν φαινόμενο συνηθισμένο γιὰ τὴν ἐποχή. Αὐτὲς κατέληγαν, κατὰ κανόνα, σὲ ἥττα τους, ὅπως γράφει ὁ Μάρκος Διάκονος. Τότε καταστρέφονταν οἱ ναοί, καὶ οἱ δρόμοι πλακοστρώνονταν μὲ τὰ μάρμαρά τους. Αὐτὸ συνέβαινε γιὰ νὰ τὰ πατοῦν ὄχι μόνο οἱ ἄνδρες, ἀλλὰ καὶ οἱ γυναῖκες, οἱ σκύλοι καὶ τὰ ὑπόλοιπα ζῶα, ὥστε νὰ βεβηλώνονται μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο[24]. Ἐπίσης αἰτία βεβήλωσης ἀποτελοῦσε καὶ ἡ εἴσοδος τῶν νεκρῶν στὴν πόλη[25].
Οἱ κάτοικοι ὅμως τῶν πόλεων εἶχαν καὶ εὐκαιρίες νὰ διασκεδάσουν. Εἰδικὰ αὐτὸ γίνονταν στὴν πρωτεύουσα τοῦ κράτους, τὴν Κωνσταντινούπολη. Μάλιστα οἱ τελετὲς τῆς αὐτοκρατορικῆς οἰκογένειας, ὅπως ἡ βάπτιση τοῦ διαδόχου, ἦταν αἰτία γιορτῆς γιὰ τὴν πόλη ποὺ στολίζονταν, ἐνῶ οἱ πολίτες διασκέδαζαν[26]. Ἐπίσης ἀφορμὴ γιὰ γιορτὴ ἀποτελοῦσαν καὶ τὰ ἐγκαίνια ναῶν, στὴ διάρκεια τῶν ὁποίων ἀκούγονταν ψαλμωδίες, ὕμνοι καὶ παρέχονταν φαγητό[27]. Τέλος οἱ συζητήσεις τῶν ἐκπροσώπων τῶν διάφορων θρησκευτικῶν ὁμάδων παρεῖχαν προβληματισμό, ἀλλὰ ἦταν καὶ ἀφορμὴ γιὰ διαξιφισμοὺς [28].
Τὰ προβλήματα ὅμως γιὰ τὰ ἀστικὰ κέντρα ἦταν πολλὰ καὶ σημαντικά. Ἡ παροχὴ ὕδρευσης ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ ζητήματα ποὺ ἀπασχολοῦσαν τοὺς κατοίκους τῶν πόλεων τοῦ 4ου καὶ 5ου αἵ. Ἡ ἔλλειψη νεροῦ ἦταν διαρκὲς φαινόμενο, καὶ γι’ αὐτὸ σὲ περιόδους ἀνομβρίας ζητοῦνταν ἡ ἐπέμβαση τοῦ θείου[29]. Ἄλλωστε δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι τὰ πηγάδια συνδέονταν μὲ ἕνα σημαντικὸ ἱερό[30]. Εἶναι πιθανὸν λοιπὸν νὰ προηγοῦνταν ἡ εὕρεση τοῦ νεροῦ σὲ μία περιοχὴ καὶ κατόπιν νὰ χτίζονταν δίπλα τοῦ ἕνας ναός, γιὰ νὰ φανεῖ ἔτσι ἡ δύναμη τοῦ θείου, ποὺ φρόντιζε νὰ μὴν λείπει ἕνα βασικὸ ἀγαθό. Προφανῶς  οἱ πιστοὶ χρησιμοποιοῦσαν τὸ νερό, ὄχι μόνον γιὰ τελετουργικοὺς καθαρμούς, ἀλλὰ καὶ γιὰ προσωπική τους χρήση.
Δυσκολίες ὅμως ἀντιμετώπιζαν καὶ οἱ ξένοι ποὺ ἐπισκέπτονταν μία πόλη. Μᾶλλον δὲν θὰ ἔβρισκαν εὔκολα ἕνα κατάλυμα γιὰ νὰ μείνουν. Αὐτὸ χτίζονταν, ὅπως φαίνεται στὸ Βίο τοῦ Ἁγίου Πορφύριου, μὲ τὴ χορηγία ὑψηλῶν προσώπων ποὺ ἔδειχναν ἔτσι τὰ φιλάνθρωπα αἰσθήματά τους, ἐνῶ τὴ διαχείρισή τους τὴν ἀναλάμβαναν κυρίως ἐκπρόσωποι τῶν θρησκευτικῶν ὁμάδων[31].




[1] Βλ. Croix G.E.M. d. St.  Ὁ χριστιανισμὸς καὶ ἡ Ρώμη, μέτ. Ἰωάννα Κράλλη, Ἀθήνα. 2005, σ. 374 ὅπου τονίζεται πὼς «...ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου τῆς Γάζης, εἶναι γραμμένος ἀπὸ τὸν Μάρκο τὸν Διάκονο λίγο μετὰ τὸ 420...» (σ. 374). Πρβλ. Ἱερὰ Μονὴ Σίμωνος Πέτρας, Βίος Ἁγίου Πορφυρίου Ἐπισκόπου Γάζης, Εἰσαγωγή- Μετάφραση-Σχόλια, Θεσσαλονίκη 2003, σ. 29. Ἐδῶ βγαίνει τὸ συμπέρασμα γιὰ τὸ ἔτος συγγραφῆς τοῦ Βίου μὲ βάση τὸ ἔτος θανάτου τοῦ συντάκτη τοῦ ἁγιολογικοῦ κειμένου, τοῦ Μάρκου Διακόνου  (430).
[2] Γιὰ τοὺς «φίλους του Θεοῦ βλ. τὴν ἑνότητα  Ἡ ἄνοδος τῶν φίλων τοῦ Θεοῦ, στὸ Peter Brown Ἡ δημιουργία τῆς Ὕστερης Ἀρχαιότητας, μέτ. Θεοδόσης Νικολαΐδης, Ἀθήνα 2001, σ. 100-140. Ἐκτὸς τῶν ἄλλων τονίζεται καὶ τὸ ἑξῆς ἐνδιαφέρον, ποὺ ἔχει βέβαια ἰσχὺ καὶ γιὰ τὸ τέλος τοῦ 4ου καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 5ου αἵ. ποῦ τοποθετεῖται ἡ δράση τοῦ Πορφύριου: « Σὲ μία κοινωνία ποὺ γνώριζε καλὰ τὰ ἄμεσα κοινωνικὰ ὀφέλη τῆς φιλίας καὶ τῆς πατρωνίας, ἡ ἐμφάνιση ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν ποὺ διατείνονταν ὅτι εἶχαν σχέσεις οἰκειότητας μὲ ἀόρατους πάτρωνες σήμαινε πολλὰ περισσότερα ἀπὸ τὴν ἁπλὴ ἀνάπτυξη μιᾶς τρυφερῆς θρησκευτικότητας βασισμένης στὴν προσωπικὴ ἐμπειρία ἢ τὴν ἀναζήτηση ἐκ μέρους μοναχικῶν ἀνθρώπων μιᾶς ἀόρατης συντροφιᾶς. Σήμαινε ὅτι μία ἐπιπλέον μορφὴ “δύναμης” βρισκόταν στὴ διάθεση τῶν κατοίκων τῶν μεσογειακῶν πόλεων» (σ. 112). Βλ. καὶ στὸ Peter Brown, Ἡ κοινωνία καὶ τὸ Ἅγιο στὴν ὕστερη Ἀρχαιότητα, μέτ. Ἇλ. Παπαθανασοπούλου, Ἀθήνα 2000, στὴν ἑνότητα Ἡ ἀνάδειξη καὶ ἡ λειτουργία τοῦ ἁγίου στὴν ὕστερη Ἀρχαιότητα, σ. 111-158, τὸ «Ἂν ὁ ἅγιος κατέχει στὴν κοινωνία τὴν ἐξέχουσα ἐκείνη θέση ποὺ τοῦ δίνει τὴ δυνατότητα νὰ προβαίνει κατὰ καιροὺς σὲ θεαματικὲς ἐνέργειες, εἶναι ἐπειδὴ τὴν κέρδισε μὲ τὸν σκληρὸ καὶ ἀδιάλειπτο ἀγώνα τῆς ἀσκητικῆς του ζωῆς, μὲ τὴ φροντίδα του γιὰ τὶς καθημερινὲς ἀνάγκες τῆς κοινότητας καὶ μὲ τὸ ὅτι δέχεται νὰ ἐπωμισθεῖ τὶς ἐλπίδες καὶ τοὺς φόβους τῶν συνανθρώπων του» (σ. 113).
[3] Γιὰ τὸ Μάρκο Διάκονο βλ. Ἱερὰ Μονὴ Σίμωνος Πέτρας, ὄπ. πάρ. σ. 48-50. Ὁ ἐπιμελητὴς τῆς ἔκδοσης τὸν ὀνομάζει «Μάρκος ὁ Καλλιγράφος» λόγω τῶν πληροφοριῶν ποὺ δίνει ὁ ἴδιος ὁ Μάρκος γιὰ τὸν ἑαυτό του. 
[4] Βλ. Ἱερὰ Μονὴ Σίμωνος Πέτρας, όπ. παρ. σ. 271.
[5] Βλ. Peter Brown, Ἡ κοινωνία καὶ τὸ Ἅγιο στὴν ὕστερη ἀρχαιότητα...σ. 115 ὅπου ὑπογραμμίζεται πὼς «...σήμερα οἱ βίοι τῶν ἁγίων θεωροῦνται ἀπὸ τοὺς κοινωνικοὺς ἱστορικοὺς πολύτιμη πηγὴ στοιχείων γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ ἁπλοῦ ἀνθρώπου...»
[6] Ὅπως τονίζει ὁ Δημήτρης Ι. Κυρτάτας (Πόλεμος καὶ θρησκεία. Ἀπὸ τὸν Ἡρόδοτο στὸν Γίββωνα, Δελτίο Βιβλικῶν Μελετῶν 21-22/2002-2003. Τιμητικὸ ἀφιέρωμα στὸν καθηγητὴ Σάββα Ἀγουρίδη, σ. 395-408) «Πολλὰ σοβαρὰ ἐγχειρίδια ἀρχαίας ἱστορίας ἔχουν σήμερα εἰδικὰ κεφάλαια γύρω ἀπὸ τὴν κοινωνία, τὴν οἰκονομία, τὸν πολιτισμὸ καὶ τὴ θρησκεία τῶν ἀρχαίων»(σ.406-407) καὶ «τὸ καταλληλότερο πρότυπο ποὺ διαθέτει σήμερα ὁ ἱστορικὸς γιὰ νὰ ξανασκεφτεῖ τὴν ἱστορία τῆς ἀρχαιότητας μὲ τρόπο σφαιρικὸ εἶναι αὐτὸ ποὺ κατασκεύασε ὁ Ἡρόδοτος. Γιὰ νὰ περιγράψει τὶς συγκλονιστικὲς μάχες μεταξὺ Ἑλλήνων καὶ Περσῶν, ὁ “πατέρας τῆς ἰστορίας”  θεώρησε ἀναγκαῖο νὰ ἐπεκταθεῖ σὲ ὅλα τὰ ὅρια τοῦ γνωστοῦ κόσμου καὶ νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ τὰ ἤθη, τὰ ἔθιμα καὶ τὶς θρησκευτικὲς συνήθειες ὅλων τῶν γνωστῶν λαῶν» (Δημήτρης Ι. Κυρτάτας, Κατακτώντας τὴν Ἀρχαιότητα, Ἀθήνα 2002, σ. 61-89).
[7] Γιὰ τὴν πόλη τῆς Γάζας κατὰ τὴν ὕστερη ἀρχαιότητα βλ. Bitton-Ashkelony Brouria-Kofsky Anyeh (ed.), Christian Gaza in Late Antiquity, Leiden 2004. Εἰδικὰ γιὰ τὴν κατάσταση τῆς πόλης, (μὲ ἀναφορὲς στὰ ἀρχαιολογικὰ εὐρήματα)  βλ. τὴν ἑνότητα ποὺ ὑπογράφει   Leah di Segni, The territory of Gaza. Notes of historical geography, σ. 41-60.
[8] Γιὰ τὴ ζωὴ στὶς πόλεις κατὰ τὸν 4ο καὶ 5ο αἵ. βλ. τὶς γενικότερες ἐπισημάνσεις τοῦ Clive Foss , ζωὴ στὴν πόλη καὶ στὴν ὕπαιθρο, στὸ Cyril Mango (ἔπ.) Πανεπιστήμιο τῆς Ὀξφόρδης  Ἱστορία τοῦ Βυζαντίου, μέτ. Ὄλγα Καραγιώργου, Ἀθήνα  2006 , σ. 103-133.
[9] Βίος Ἁγίου Πορφύριου (στὸ ἑξῆς Βίος) 4. Ἡ ἀρίθμηση τῶν κεφαλαίων  ἀκολουθεῖ τὴν ἔκδοση  H. Grégoire and M.-A. Kugener (ed.) Vita Porphyrii episcopi Gazensis,( Marc le Diacre, Vie de Porphyre, évêque de Gaza). Les Belles Lettres, Paris 1930 σ. 1-79.
[10] Βίος 59
[11] Βίος 64
[12] Βίος 59
[13] Βίος 92
[14] Βίος 46: «ἦν γὰρ πενιχρὰ ἁγία ἐκκλησία».
[15] Βίος 29
[16] Βλ. Marlia Mundell Mango, Τὸ προσκύνημα ἱερῶν τόπων, στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Ὀξφόρδης  Ἱστορία τοῦ Βυζαντίου...σ. 165-170 ὅπου τονίζεται πὼς «Τὸν 4ο αἰώνα Ἱερουσαλὴμ εἶχε ἀποκτήσει ἰδιαίτερη ἀξία γιὰ τοὺς χριστιανοὺς χάρη στὸ ἐνδιαφέρον τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου γιὰ τοὺς Ἁγίους Τόπους, τὸ ὁποῖο ἐκδηλώθηκε μὲ τὴν ἀνέγερση μεγάλων ναῶν στὸν Πανάγιο Τάφο καὶ στὸ Ὅρος τῶν Ἐλαιὼν στὴν Ἱερουσαλήμ, καθὼς καὶ στὸ σπήλαιο τῆς Γέννησης στὴ Βηθλεὲμ».
[17] Βίος 5
[18] Βίος 9
[19] Βίος 5
[20] Βίος 7
[21] Βίος 10
[22] Βίος 41
[23] Βίος 63
[24] Βίος 71
[25] Βίος 23
[26] Βίος 47
[27] Βίος 92
[28] Βίος 85-89
[29] Βίος 19
[30] Βίος 80
[31] Βίος 53

Συνεχίζεται...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου