Το έτος 48
μ.Χ. ήταν σημαντικό για την μετέπειτα πορεία του χριστιανισμού. Ο Παύλος με το
Βαρνάβα είχαν επιστρέψει από την Α΄ Αποστολική περιοδεία (Κύπρος-Μ. Ασία), και
διηγήθηκαν στους πιστούς της κοινότητας της Αντιόχειας όσα έκανε ο Θεός μ’
αυτούς, και ότι άνοιξε την πόρτα της πίστης και στους Εθνικούς. Πολλοί χάρηκαν,
αλλά κάποιοι που είχαν έρθει από τα Ιεροσόλυμα στην Αντιόχεια, δίδασκαν στους
αδερφούς πως πρέπει να περιτμηθούν για να μπορέσουν να σωθούν (Πρ. 14, 27 ∙ Πρ.
15,1). Δημιουργήθηκε μεγάλη ταραχή, και οι δύο Απόστολοι μαζί με άλλους
χριστιανούς από την Αντιόχεια πήγαν στα Ιεροσόλυμα για να λύσουν το ζήτημα μαζί
με τους άλλους Απόστολους και τους Πρεσβύτερους.
Όπως γίνεται
αντιληπτό η υπόθεση σχετίζονταν με το μέλλον της Εκκλησίας. Αν γίνονταν δεκτή η
θέση των χριστιανών των Ιεροσολύμων ο χριστιανισμός θα υποβαθμίζονταν, και οι
συνέπειες για τη μετέπειτα πορεία του πιθανόν να ήταν ολέθριες. Αυτό το γνωρίζουν οι Απόστολοι και
έτσι συγκαλείται η Αποστολική Σύνοδος στην
οποία ήταν καθοριστικός ο ρόλος των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, την μνήμη των
οποίων γιορτάζει η Εκκλησία μας αυτές τις ημέρες.
Οι δύο
Απόστολοι από την αρχή τονίζουν ότι ο Θεός δε θέλει να φορτωθούν οι χριστιανοί
βάρη που είναι περιττά. Ο Παύλος μαζί με το Βαρνάβα αφηγούνται τους σταθμούς
της περιοδείας τους και την επιτυχία που είχε το κήρυγμα του ευαγγελίου στους
πρώην ειδωλολάτρες. Τότε κάποιοι από την παράταξη των Φαρισαίων που είχαν
πιστέψει, έλεγαν ότι πρέπει οι εθνικοί να περιτέμνονται και να τηρούν τις
διατάξεις του Μωυσή.
Οι Απόστολοι
συζητούν αυτό το σημαντικό θέμα. Λαμβάνει κατόπιν το λόγο ο Πέτρος. Τονίζει ότι
ο Θεός που γνωρίζει τις καρδιές των ανθρώπων, έδωσε σημάδι ότι και οι εθνικοί
μπορούν να σωθούν, αφού τους χορηγήθηκε το Άγιο Πνεύμα. Δεν έκανε καμία
διάκριση ανάμεσα στους Ιουδαίους και τους ειδωλολάτρες, αλλά καθάρισε με την
πίστη τις καρδιές τους. Οπότε δεν πρέπει να φορτωθεί κανένας ζυγός στον τράχηλο
των χριστιανών, τον οποίο μάλιστα δε μπόρεσαν να σηκώσουν αυτοί που κατάγονταν
από τον Ιουδαϊσμό.
Ύστερα όλοι
άκουσαν το Βαρνάβα και τον Παύλο, που διηγούνταν τα θαύματα που έκανε ο Θεός,
μέσω αυτών, στους εθνικούς. Ο Ιάκωβος, στη συνέχεια, υπογράμμισε και αυτός να
μην επιβαρυνθούν οι εθνικοί που επιστρέφουν στο χριστιανισμό.
Για το θέμα είναι χαρακτηριστικά τα παρακάτω που
επισημαίνει ο ιερός Χρυσόστομος: «Όρα»,
λέει, «πως δείκνυσι τον Θεόν δι’ αυτού
φθεγγόμενον, και ουδέν ανθρώπινον. Και ο καρδιογνώστης Θεός εμαρτύρησεν αυτοίς.
Επί
την πνευματικήν ανάγει μαρτυρίαν αυτούς. Δους αυτοίς το Πνεύμα το άγιον, καθώς
και ημίν. Όρα πως πανταχού εξισοί τα έθνη. Και ουδέν διέκρινε μεταξύ ημών τε
και αυτών, τη πίστει καθαρίσας τας καρδίας αυτών. Από της πίστεως μόνης, φησί,
των αυτών έτυχον. Κακείνων ταύτα εντρεπτικά∙ μάλλον δε εκείνους διδάξαι
δύναται, ότι πίστεως δει μόνης, και ουκ έργων ουδέ περιτομής. Ου γαρ δη υπέρ
των εθνών απολογούμενοι ταύτα λέγουσι μόνον, αλλά κακείνους παιδεύοντες
αποστήναι του νόμου. Αλλά τέως ούπω λέγουσι τούτο. Νυν ουν τι πειράζετε τον
Θεόν επιθείναι ζυγόν επί τον τράχηλον των μαθητών ον ούτε οι πατέρες ημών, ούτε
ημείς ισχύσαμεν βαστάσαι. Αλλά δια της χάριτος του Κυρίου Ιησού πιστεύομεν
σωθήναι, καθ’ ον τρόπον κακείνοι» ( Εις τας Πράξεις των Αποστόλων, Ομιλία
ΛΔ, 60,235).
Ο σχολιασμός του Ιωάννη Χρυσοστόμου τονίζει ότι ο
Θεός έδωσε το Άγιο Πνεύμα και στους ειδωλολάτρες που μεταστράφηκαν στο
χριστιανισμό. Για το Θεό όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι. Δεν γίνεται καμία
διάκριση ανάμεσα στους ανθρώπους, και όλοι σώζονται με τη χάρη του Κυρίου
Ιησού.
Το συμπέρασμα που βγαίνει λοιπόν από τους λόγους των
Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στην Αποστολική Σύνοδο και από την ανάλυση του
ιερού Χρυσοστόμου είναι πως μέσα στην εκκλησία δεν υπάρχουν διακρίσεις και όλοι
οι άνθρωποι είναι ίσοι για το Θεό. Επομένως δε χρειάζονταν τα πρόσθετα βάρη
στους ώμους των εθνικών που γίνονταν χριστιανοί.
Η Αποστολική Σύνοδος,
με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, πήρε την απόφαση να μην επιβληθεί στους
χριστιανούς τίποτα περιττό. Αρχίζει κατόπιν η Δεύτερη Αποστολική περιοδεία του
Παύλου (49-52). Συνοδοί του είναι ο Σίλας, ο
Τιμόθεος και ο Λουκάς. Στη διάρκειά της επισκέπτονται την Ελλάδα, και έτσι ο
Απόστολος των Εθνών γίνεται ο ιδρυτής της ελληνικής εκκλησίας.
***
Το συμπέρασμα είναι πως η συμμετοχή των Αγίων Αποστόλων
Πέτρου και Παύλου ήταν καθοριστική για τη μετέπειτα πορεία της ιεραποστολής
στους εθνικούς. Στήριξαν, εκτός των άλλων, με τις παρεμβάσεις τους την υπόθεση
της διάδοσης του χριστιανικού μηνύματος
σε όλους. Αξίζει λοιπόν, τελειώνοντας, να παρατεθεί ένα απόσπασμα από τον
έπαινο που απευθύνει σε αυτούς, ένας βυζαντινός λόγιος, ο Γεώργιος Ακροπολίτης,
που έζησε τον 13ο αιώνα. Όπως γράφει λοιπόν: « Αλλ’ ω δυάς η κορυφαία των μαθητών του Χριστού –επισυναπτέον γαρ μοι
πάλιν- οι της ολομελείας της δωδεκάδος των μαθητών οφθαλμοί, οι φωστήρες οι
παμφαέστατοι, ουχ ο μεν εις ημέραν φαύσιν τεθείς ο δε νυκτός την δαδούχησιν,
αλλά και άμφω ημερινοί και την νύκτα της αγνοίας διώκοντες και ως εν ημέρα
ευσχημόνως τους διδασκομένους περιπατείν αναπείθοντες, οι θρόνοι της Χριστού
ανακλήσεως, εφ’ ων ο διπλούς ανεπαύσατο Κύριος, τα δένδρα του παραδείσου τα
αγλαόκαρπα, ων οι μεταλαμβάνοντες την αφθαρσίαν απολαμβάνουσιν, οι δίκρουνοι
ποταμοί των διδαγμάτων Χριστού, εξ ων οι πίοντες ουκ αποθνήσκουσιν αλλά
μεταστοιχειούνται προς το αθάνατον, αι διτταί του πνεύματος μάχαιραι το
κρείττον από του χείρονος διατέμνουσαι. Ω πλάκες έμψυχοι, εν αις τα της Καινής
Διαθήκης εγκαταγέγραπται∙ ω στύλοι δύο πυρίπνοοι τον νέον καθοδηγούντες λαόν ….ω
Πέτρε και Παύλε –χαίρω γαρ τοις υμετέροις ονόμασιν, έχουσιν γαρ εις αρετήν και
παράκλησιν» (Γεωργίου του Ακροπολίτου, Λόγος εις τους Αγίους και
Πανευφήμους μεγάλους Αποστόλους Πέτρον και Παύλον, 27).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου