Ομιλία που εκφωνήθηκε στον Άγιο Αχίλλειο Λάρισας (30/1/2014)
Ο
λόγος των 3 Ιεραρχών, του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου Θεολόγου και του
Ιωάννου Χρυσοστόμου, τη μνήμη των οποίων σήμερα εορτάζουμε, είναι λόγος
ζωντανός που έχει πάντα, στα πλαίσια της παράδοσης, επικαιρότητα και προσφορά
στον άνθρωπο. Αποτελεί επομένως «ανοικτό
έργο», χρήσιμο σε κάθε εποχή, αφού ο τρόπος σκέψης τους είναι οδοδείκτης
ερμηνείας της πραγματικότητας. Για το
σύγχρονο άνθρωπο ειδικά είναι λόγος παρακαταθήκης, αφού στην εποχή τους, την Ύστερη
Αρχαιότητα στιγμές της οποίας παρουσιάζονται στα έργα τους, συνέβαιναν αλλαγές
που ακόμη και σήμερα επηρεάζουν την καθημερινότητα του ανθρώπου .
Ο
εορτασμός τους σηματοδοτείται από δύο σταθμούς των γραμμάτων. Ο πρώτος είναι η
καθιέρωση της κοινής μνήμης τους από τον Μητροπολίτη Ιωάννη Μαυρόποδα τον 11ο
αι. που ανέδειξε τη σχέση των «τριών μεγίστων φωστήρων» με την παιδεία, και ο
δεύτερος είναι η ακαδημαϊκή χρονιά 1843/44, που η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου
Αθηνών ανέδειξε την 30η Ιανουαρίου ως εορτή των ελληνικών γραμμάτων,
αναγνωρίζοντας την άμεση σχέση των Τριών Ιεραρχών με την αγωγή.
Κάτω
από αυτή την προοπτική οι σκέψεις τους για την παιδεία μας, της οποίας είναι
προστάτες, μπορούν να αποτελέσουν έναν βασικό εκπαιδευτικό πυλώνα που αξίζει να
μελετηθεί και να προσεχτεί ιδιαίτερα. Άλλωστε ο Βασίλειος, ο Γρηγόριος ο
Θεολόγος και ο Ιωάννης είχαν άμεση σχέση με το μορφωτικό γίγνεσθαι. Έτσι, μέσα
στο έργο τους υπάρχουν παιδαγωγικές απόψεις για τη μάθηση των παιδιών, την
σχέση δάσκαλου-μαθητή, τον τρόπο διδασκαλίας των μαθημάτων που εντυπωσιάζουν με
τη στιβαρότητά τους. Διαβάζοντας κάποιος το έργο τους εκπλήσσεται από το πλήθος
και τη βαθύτητα των σχετικών με τα παιδαγωγικά θέματα αναφορών και παρατηρήσεών
τους. Γιορτάζοντας λοιπόν τη μνήμη τους είναι ευκαιρία να αναδειχτούν θέσεις
τους που αφορούν την αγωγή των παιδιών, και θα βοηθήσουν να γίνει κατανοητή η
μεγάλη τους αγάπη γι’ αυτή.
Η
σημερινή ομιλία θα επικεντρωθεί στο έργο του Αγίου Ιωάννη του Χρυσόστομου «Περί κενοδοξίας και ανατροφής
τέκνων» στο οποίο ο Επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως καταγράφει τις σκέψεις του για
τη διαπαιδαγώγηση των νέων και την προσφορά των διδακτικών αγαθών. Πρόκειται
για ένα σημαντικό κείμενο που αναδεικνύει χρήσιμους παιδαγωγικούς προβληματισμούς.
Παράγοντες
της αγωγής λοιπόν, σύμφωνα με το έργο, θεωρούνται οι γονείς και οι δάσκαλοι. Για
τους πρώτους είναι χαρακτηριστικές οι σκέψεις του Χρυσοστόμου:
« Δεν σταματώ να σας παρακαλώ, να σας ικετεύω
και να επιμένω στις παρακλήσεις μου, για να δίνετε πρώτα απ’ όλα σωστή αγωγή στα
παιδιά σας. Αν πραγματικά αγαπάς το παιδί σου, δείξε την αγάπη σου με αυτό»,
« (Ο γονέας οφείλει να φροντίζει)
ώστε η μόρφωση να αρχίζει από τη μικρή
ηλικία, για να μη μπορεί τίποτα να την εξαλείψει», « Οι γονείς είναι όπως οι καλλιτέχνες, κατασκευαστές αγαλμάτων που
επεξεργάζονται με μεγάλη προσοχή τα θαυμαστά έργα τους. Έτσι και εσείς να έχετε
όλη τη φροντίδα στα παιδιά σας», «Να
μη χτυπάς … το παιδί σου, αλλά να το διδάσκεις να διακατέχεται από επιείκεια
και φιλανθρωπία, να μη συμπεριφέρεται άσχημα στους ανθρώπους και να μη
χρησιμοποιεί την κατάκριση ως μέσον μείωσης του συνανθρώπου».
Με
βάση τα παραπάνω τα παιδαγωγικά καθήκοντα του γονέα συνοψίζονται στα εξής:
· Βασική φροντίδα του είναι η παροχή σωστής αγωγής στα παιδιά του
· Με μέριμνά του η μόρφωση πρέπει να
αρχίζει από τη μικρή ηλικία
· Δε χρειάζονται βίαιες μέθοδοι
συνετισμού των νέων
· Η καθοδήγηση του γονέα πρέπει να έχει
ως κέντρο της τη διαρκή του προσπάθεια για διαμόρφωση του χαρακτήρα του
παιδιού, ώστε να γίνει φιλάνθρωπο και ανεκτικό.
Ο
ιερός Χρυσόστομος παρουσιάζει έτσι στους γονείς μία πυξίδα αγωγής.
Αναγνωρίζοντας σε όλους τους ανθρώπους την εικόνα του Θεού, δίνει βασικές και
σημαντικές οδηγίες και κανόνες συμπεριφοράς που αποσκοπούν στη διαμόρφωση ενός
υπεύθυνου ανθρώπου που θα μπορεί να συνδιαλέγεται με τους υπόλοιπους μέσα σε
ένα πνεύμα καταλλαγής και συνεννόησης.
Οι
αρμοδιότητες του δάσκαλου αποτελούν και αυτές μέρος των σκέψεων του Ιωάννη του
Χρυσόστομου για την αγωγή των νέων. Αναφέρει λοιπόν στο έργο του:
Ο
δάσκαλος οφείλει να είναι προσεκτικός στη διδασκαλία του, και να μη χρησιμοποιεί γραώδεις μύθους και
ανόητες περιγραφές, γιατί εκπαιδεύει έναν μελλοντικό χρήσιμο στην κοινωνία
άνθρωπο που μπορεί να γίνει ακόμη και φιλόσοφος.
Η
διδασκαλία του να λαμβάνει υπόψη της το επίπεδο των μαθητών στους οποίους
απευθύνεται και η παράδοση του μαθήματος να γίνεται με ευχάριστο τρόπο. Όπως
τονίζεται «και καταγλύκαινε τα
διηγήματα, ώστε τινα είναι τω παιδί και τερπνότητα και μη αποκάμνειν αυτώ την
ψυχήν». Μάλιστα στη συνέχεια ο ιερός πατέρας παρέχει και μία «δειγματική
διδασκαλία» απαριθμώντας και τα παιδαγωγικά αγαθά που θα παραμείνουν στο παιδί
από αυτή. Αξίζει να την παρακολουθήσουμε και εμείς, για να δούμε τη σκέψη του.
Όπως
είναι φυσικό προέρχεται από τη Θρησκευτική αγωγή και αφορά, για να χρησιμοποιηθεί
ένας σύγχρονος όρος, τη διδακτική ενότητα της αφήγησης του βιβλίου της Γενέσεως
για τον Ιακώβ. Ο Χρυσόστομος αρχίζει με
τη βιωματική προετοιμασία που περιλαμβάνει επίσκεψη του παιδιού στην Εκκλησία,
όταν ακούγεται η σχετική διήγηση. Γιατί, όπως υπογραμμίζει, «τότε (το παιδί) θα χοροπηδάει από χαρά,
γιατί θα του είναι γνωστά αυτά που θα επακολουθήσουν». Και συνεχίζει με την
προσφορά του διδακτικού αγαθού:
«”
Ήταν δύο αδέλφια, ο μεγαλύτερος ήταν κυνηγός και ο μικρότερος βοηθούσε στις
δουλειές του σπιτιού. Ο πρώτος περνούσε τον καιρό του στους αγρούς και ο άλλος
ασχολούνταν με το νοικοκυριό. (Φιλονίκησαν όμως ….και ο μικρότερος, ο Ιακώβ) έφυγε. Είδε σε όνειρο μία σκάλα που
στηρίζονταν στον ουρανό. Ζήτησε να ευλογηθεί από το Θεό. Ο Θεός τον ευλόγησε.
Έφυγε και πήγε στους συγγενείς του, όπου έβοσκε τα πρόβατά του”……» Στη συνέχεια
προχωράει στην επεξεργασία και στην εξαγωγή συμπερασμάτων: «Πρόσεχε λοιπόν πόσα
θα μάθει (ο μαθητής από την αφήγηση): να ελπίζει στο Θεό, να μην περιφρονεί
κανέναν ….να μη ντρέπεται για τη φτώχεια, να υπομένει γενναία τις συμφορές…».
Καθήκον
των δασκάλων των παιδιών είναι να φροντίζουν να χαλιναγωγήσουν το θυμό των
νέων. Παίρνοντας αφορμή από αυτό ο άγιος Πατέρας φροντίζει να συμβουλέψει τους νέους
να σπεύσουν με γενναιότητα να υπερασπιστούν όποιον αδικείται.
Συνοψίζοντας
λοιπόν τις σκέψεις του ιερού Χρυσοστόμου, όπως καταγράφονται στο έργο του, ο δάσκαλος
πρέπει να έχει τα εξής χαρακτηριστικά:
Να
είναι πνευματικός πατέρας του παιδιού
Να
έχει και ο ίδιος τα χαρακτηριστικά που επιθυμεί να αποκτήσουν οι μαθητές του.
Να έχει δηλαδή επιείκεια, χρηστότητα, γλυκύτητα, προσήνεια και ταπεινοφροσύνη.
Δεν πρέπει να ελέγχει με θυμό και οργή, ούτε να είναι τραχύς, φίλαυτος και
εμπαθής.
Το
παράδειγμά του πρέπει να είναι υλοποίηση της διδασκαλίας του, για να μην
υπάρχει αντίθεση μεταξύ των λόγων και των έργων του.
Οι
δάσκαλοι να μη κάνουν διακρίσεις ανάμεσα στα παιδιά, αλλά να τα βλέπουν όλα ως
ίσα.
Πρέπει
να ενδιαφέρεται, να φροντίζει για τους μαθητές του και να χαίρεται για την
πρόοδό τους.
Τελειώνοντας
ο Ιωάννης δεν παραλείπει να κάνει λόγο και για τους στόχους της παιδείας. Ένας
βασικός, σύμφωνα με τα λεγόμενά του,
είναι η υπευθυνότητα, που πρέπει
να διακρίνει τον άνθρωπο σε κάθε εκδήλωση της ζωής του. Όπως γράφει ο ίδιος «Ταύτην ουν εγκαταστήσωμεν αυτω την φρόνησιν
και εξασκήσωμεν» με στόχο να γνωρίσει πώς να χρησιμοποιεί ο μαθητής υπεύθυνα
αυτά που ενδιαφέρουν τους ανθρώπους, δηλαδή τον πλούτο, τη δόξα, και την εξουσία.
Βεβαίως
το έργο του ιερού Χρυσόστομου «Περί
κενοδοξίας και ανατροφής τέκνων» είναι ενδεικτικό της σκέψης και των Τριών
Ιεραρχών. Το ενδιαφέρον τους για τους νέους είναι συνεχές, όπως τονίστηκε
άλλωστε. Γι’ αυτό και η αγωγή της νέας γενιάς είναι πάντα στη σκέψη τους.
Παρατηρούν, καταγράφουν, προτείνουν λύσεις για τη μόρφωσή της. Πολλές φορές
μάλιστα οι καίριες παρατηρήσεις τους είναι απίστευτα σύγχρονες. Όπως υπογραμμίζουν
η ηλικία του ανθρώπου δεν προσδιορίζεται μόνο από το άθροισμα των χρόνων που αυτός
έζησε, αλλά και από το δείκτη της πνευματικής και ψυχικής του ωριμότητας.
Δηλαδή η σωματική ηλικία του ανθρώπου δε συμπίπτει πάντα με την πνευματική του
ηλικία, και είναι δυνατό ένας άνθρωπος μιας ορισμένης βιολογικής ηλικίας να
έχει τελείως αντίθετη πνευματική ηλικία.
Οι 3
Ιεράρχες με τα κείμενα και το παράδειγμά τους έδειξαν ότι η Αγωγή των Νέων
πρέπει να είναι συνεχής μέριμνα όλων. Τιμώντας λοιπόν σήμερα τους «τρεις
μεγίστους φωστήρας της τρισηλίου θεότητος» οφείλουμε να εντρυφήσουμε στις ιδέες
τους, που τις υλοποιούσαν και με τον
τρόπο ζωή τους. Αποτελούν δηλαδή ένα θαυμαστό υπόδειγμα και για το σημερινό άνθρωπο
που καλείται να τους μιμηθεί. Οπότε οφείλουμε και εμείς να τοποθετήσουμε την
παιδεία στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός μας. Αυτό υπογραμμίζει ο Γρηγόριος ο
Θεολόγος όταν γράφει «τω όντι γαρ μοι
φαίνεται τέχνη τις είναι τεχνών και επιστήμη επιστημών άνθρωπον άγειν».
Νίκος Παύλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου